Skip to main content

Η σημασία του ηχητικού εξοπλισμού. Γράφει ο Αποστόλης Γερούκος

Σε περίπτωση που δεν έχεις διαβάσει το άρθρο της προηγούμενης εβδομάδας,
προτείνω να ρίξεις μια ματιά. Αν και δεν αποτελεί προαπαιτούμενο, θέτει τις βάσεις
για την παρακάτω συζήτηση.

… Ας υποθέσουμε ότι όντως ακολούθησες την συμβουλή μου και άκουσες μουσική
σχολαστικά και με προσοχή στον -πολύτιμο ομολογουμένως- ελεύθερο χρόνο σου.
Είναι εντελώς πιθανό όλα αυτά τα φανταχτερά επίθετα ή οι παραστατικές εκφράσεις
που χρησιμοποίησα την προηγούμενη φορά για να περιγράψω την διαδικασία
ακρόασης μουσικής να σου φαίνονται απλώς ένα τέχνασμα. Μπορεί να μην
εντόπισες καμία διαφορά στην εμπειριά που αποκόμισες σε σχέση με άλλες,
παρόμοιες φορές που άκουσες μουσική. Σήμερα θα δούμε τον βασικό λόγο για τον
οποίον η συγκεκριμένη διαδικασία κρύβει πολλά που δεν φαίνονται με ένα γυμνό
μάτι ή, πιο συγκεκριμένα, δεν ακούγονται με ένα γυμνό αυτί.

Κατά την ακρόαση μουσικής, η σημαντικότερη παράμετρος που οφείλουμε να
αναλογιστούμε για το ηχητικό αποτέλεσμα που φτάνει στα αυτιά μας είναι ο
εξοπλισμός ήχου. Με αυτό εννοούμε την συσκευή ή τις συσκευές που
χρησιμοποιούμε για να πραγματοποιήσουμε αναπαραγωγή και ακρόαση μουσικής.
Τέτοιες συσκευές ποικίλουν από -ναι, σωστά μαντέψατε- το κινητό μας τηλέφωνο
και κάποιο mp3 player μέχρι ξεχωριστούς μετατροπείς DAC και εξωτερικούς
ενισχυτές*. Από τα ακουστικά που έρχονται δωρεάν μέσα στην συσκευασία του
κινητού μας τηλεφώνου έως και υψηλής ποιότητας ακουστικά τύπου in-ear. Από τα
μικροσκοπικά ηχεία ενός λάπτοπ ως ηχεία πλήρους εύρους που προορίζονται για
χρήση σε στούντιο, και ούτω καθεξής. Περιττό να πω ότι τα αποτελέσματα που θα
πάρουμε από κάθε συσκευή αναπαραγωγής είναι αναμφίβολα και σε πολύ μεγάλο
βαθμό διαφορετικά.

Μεταξύ μας, αν έχεις υψηλές προσδοκίες από το κινητό σου στον τομέα της
ηχητικής ποιότητας, λυπάμαι αλλά θα σε απογοητεύσω. Μπορεί να διαβάσει αρχεία
ήχου; Φυσικά. Μπορεί όμως να αποδώσει πιστά την ηχογράφηση ή να προσφέρει
μια εμπειρία εφάμιλλη με κάποια άλλη συσκευή αναπαραγωγής ήχου; Ούτε κατά
διάνοια. Προσοχή, δεν επιχειρώ να μειώσω σε καμία περίπτωση το κινητό
τηλέφωνο που με τόσο κόπο και ιδρώτα απέκτησες, απλώς ισχυρίζομαι ότι για
σοβαρή ακρόαση μουσικής, δεν είναι αρκετό. Επιτρέψτε μου να εξηγήσω το
σκεπτικό μου παραθέτοντας μια αναλογία. Όσον αφορά την ποιότητα ήχου, θα
μπορούσαμε να πούμε ότι η διαφορά μεταξύ ενός κινητού και, για παράδειγμα, μιας
άλλης φορητής συσκευής αναπαραγωγής ήχου είναι αντίστοιχη με το χάσμα που
υπάρχει μεταξύ μιας κάμερας κινητού και μιας φωτογραφικής μηχανής τύπου DSLR
ή χωρίς καθρέπτη (mirrorless): Όσο σκληρά και να προσπαθεί μια κάμερα κινητού
τηλεφώνου να τις φτάσει σε ποιότητα, δεν θα καταφέρει ποτέ να απαθανατίσει
φωτογραφίες που να πλησιάζουν το αποτέλεσμα των άλλων δύο.

Ακριβώς με την ίδια λογική, ένας φορητός δεν πρόκειται ποτεί να ανταγωνιστεί μια
εξωτερική πηγή ήχου όπως ένας μετατροπέας DAC. Ναι, το λάπτοπ είναι ικανό να
παίξει μουσική, αλλά αδυνατεί να φέρει αυτή την αποστολή εις πέρας με τρόπο που
να αντικατροπτρίζει το πόσο κρυστάλλινα μπορεί να ακουστεί υπό άλλες συνθήκες
η μουσική μας. Ας στρέψουμε τα βλέμματά μας στον χώρο των τηλεοράσεων: Όπως
μια οθόνη 1080p δεν μπορεί να κοντραριστεί μια οθόνη 4K καθαρά από θέμα
ανάλυσης εικόνας, έτσι ακριβώς η κάρτα ήχου ενός φορητού υπολογιστή δεν μπορεί
να φτάσει ή να ξεπεράσει μια ξεχωριστή πηγή ήχου, καθαρά από θέμα ηχητικής
πιστότητας. Ελπίζω να καταλαβαίνετε πού θέλω να καταλήξω: ο ηχητικός
εξοπλισμός ο οποίος είναι εγγενώς σχεδιασμένος να διαπρέπει σε έναν και μόνο
τομέα (στην αναπαραγωγή μουσικής) είναι σαφώς ανώτερος από οποιαδήποτε
συσκευή είναι σχεδιασμένη να κάνει πολυάριθμα πράγματα αλλά ταυτόχρονα να
παίζει και μουσική. Κάτι τέτοιο δεν αποτελεί έκπληξη, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς
υπόψη τα έξοδα έρευνας & ανάπτυξης (R&D) και πώς αυτά κατανέμονται ανά
περίπτωση.

Στην τελική, τι παραπάνω δηλαδή -θα ρωτήσει κανείς- προσφέρει ο εξοπλισμός
ήχου στην εμπειρία που αποκομίζουμε; Μια τέτοιας φύσεως ερώτηση μπορεί να
απαντηθεί ολοκληρωμένα με την χρήση ακόμα μιας αναλογίας! Ναι, λοιπόν το
παραδέχομαι, η αναλογία είναι συνυφασμένη με την ύπαρξή μου. Αλλά βγαίνω
εκτός θέματος, πίσω λοιπόν στο ψητό: Φανταστείτε τον εαυτό σας να κοιτάζει έξω
από ένα λερωμένο παράθυρο ελέω βροχής. Παρόλο που τα μάτια μας σίγουρα
μπορούν να αντιληφθούν όσα βλέπουν, κάτι λείπει. Η εικόνα που απεικονίζεται
είναι θολή και θαμπή, και ακόμα και αν η όρασή μας βάζει τον καλύτερό της εαυτό
σε αυτή την δοκιμασία, παρατηρούμε πως δυσκολευόμαστε να ξεχωρίσουμε
ο,τιδήποτε υπάρχει πέρα από ένα επιφανειακό επίπεδο. Ας προχωρήσουμε στο ίδιο
ακριβώς σκηνικό της επόμενης ημέρας, όταν ο καιρός είναι ηλιόλουστος και το
παράθυρο πεντακάθαρο. Επιτέλους, η εικόνα που αντικρίζουμε κοιτώντας μέσα από
το τζάμι είναι πιο ευδιάκριτη από ποτέ! Μπορούμε με μεγάλη ευκολία να
διαχωρίσουμε και την παραμικρή λεπτομέρεια και να εκτιμήσουμε το σκηνικό με
τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το όλο θέμα μετατράπηκε σε κάτι αρκετά πιο
απολαυστικό για τα μάτια μας.

Σε γενικές γραμμές, οι ηχητικές βελτιώσεις που παρατηρούμε λειτουργούν με τον
ίδιο τρόπο. Όσο πιο καλός ο εξοπλισμός, τόσο πιο διάφανο το παράθυρο με το οποίο
“κοιτάζουμε” μέσα στην μουσική. Είναι σαν να αφαιρούμε ένα πέπλο που
προηγουμένως δεν επέτρεπε στον ήχο να ακούγεται ανεμπόδιστα και δημιουργούσε
μια χαρακτηριστική θολούρα. Οι ειδικές συσκευές ήχου παρέχουν ένα πιο καθαρό
ηχητικό αποτέλεσμα και δίνουν μια βαθύτερη διάσταση στον ήχο. Προφανώς, όσο
πιο πολλά επενδύσουμε σε ειδικό εξοπλισμό ήχου, τόσο περισσότερο νιώθουμε ότι
ο ήχος που ακούμε δεν είναι προϊόν κάποιας συσκευής, αλλά αντιθέτως είναι σαν να
μεταφερόμαστε νοητά ακριβώς μέσα στο στούντιο ή την συναυλία όπου
πραγματοποιείται η ηχογράφηση. Είναι σαν ο αγαπημένος μας καλλιτέχνης ή η
αγαπημένη μας μπάντα να τραγουδά αποκλειστικά για εμάς, σε μια εμφάνιση που

δεν θέλουμε να χάσουμε. Ψευδαίσθηση μεν, ιδιαίτερα πειστική δε.

Σε αυτό το σημείο, ελπίζω πως οι παραπάνω αναλογίες αποδείχθηκαν χρήσιμες ως
προς την κατανόηση της βαρύτητας που έχει ο ηχητικός εξοπλισμός αλλά και ως
προς το τι μπορεί να περιμένει κανείς από αυτόν. Δεδομένου ότι σκοπός μας είναι
να κάνουμε τα πρώτα μας βήματα στον χώρο του ήχου ή απλώς να αναβαθμίσουμε
το υπάρχον μας σύστημα, είναι ζωτικής σημασίας να συνειδητοποίησουμε πως η
ακουστική μας εμπειρία θα επωφεληθεί από μια συσκευή σχεδιασμένη για
αναπαραγωγή μουσικής. Αν τυχόν επιθυμούμε μια κορυφαία τέτοια εμπειρία,
προφανώς θα χρειαστεί να βάλουμε το χέρι βαθιά στην τσέπη. Άλλωστε, κάθε
απόλαυση έχει και συγκεκριμένη τιμή. Στις μέρες μας ευτυχώς, έχει
πραγματοποιηθεί αλματώδη πρόοδος στον τομέα του ήχου και είναι πλέον εφικτό να
απολαμβάνουμε πάρα πολύ καλή ποιότητα χωρίς να χρειαστεί να βάλουμε υποθήκη
το σπίτι μας , κάτι που ασφαλώς λειτουργεί προς όφελός μας.

Αν αναλογιστεί κανείς βέβαια τις φαινομενικά άπειρες επιλογές που υπάρχουν εκεί
έξω, ένας επίδοξος αγοραστής μπορεί να αισθανθεί κυριολεκτικά πνιγμένος,
αδυνατώντας να καταλήξει σε μια συγκεκριμένη αγορά. Υπάρχει όμως μια μέθοδος
για να αποκλείσουμε κάποιες επιλογές, υπάρχει ένας τρόπος ώστε -τις περισσότερες
φορές- να οδηγούμαστε σε αγοραστικές αποφάσεις που τελικά θα ικανοποιήσουν
πλήρως τις ανάγκες μας. Και μια τέτοια λύση ακούει εφεξής στο όνομα…

Αντικειμενική υποκειμενικότητα.

Πρόκειται κατ’ εμέ για μια έννοια κομβικής σημασίας για την πραγματοποίηση
αγορών στον τομέα του ήχου.

Τι εννοώ ακριβώς; Αυτό είναι κάτι που θα αναλύσουμε την επόμενη φορά.

* Ένας μετατροπέας ψηφιακού ήχου σε αναλογικό ή απλά ένας μετατροπέας
DAC είναι ένα ειδικό τσιπ που λαμβάνει ψηφιακά σήματα ήχου και τα μετατρέπει
σε αναλογική μορφή ώστε να μπορούμε να τα ακούσουμε. Ένας ενισχυτής
πρόκειται για συσκευή η οποία ενισχύει το πλάτος ενός ηλεκτρονικού σήματος, με
αποτέλεσμα να επηρεάζει την ένταση του ήχου την οποία αντιλαμβανόμαστε.

Άνθρωποι που μας εμπιστεύτηκαν μιλάνε για εμάς

Facebook & Google reviews